Ένα ατύχημα που συμβαίνει κατά την εργασία ή τη μετάβαση από και προς την εργασία. Ως ατύχημα θεωρούνται όλα τα συμβάντα που εμφανίζονται ξαφνικά από εξωτερικούς παράγοντες επιδρούν στο σώμα και μπορεί να προκαλέσουν σωματικές βλάβες.
Αυτός είναι ένας λογαριασμός στην τράπεζα, τον οποίο μπορεί να ανοίξει κάθε άτομο, συμπεριλαμβανομένων των αστέγων ή ατόμων χωρίς δηλωμένη διεύθυνση κατοικίας στη Γερμανία. Με τον βασικό τραπεζικό λογαριασμό μπορεί κανείς να πληρώνει, να εισπράττει και να εμβάζει χρήματα (και μέσω χρεωστικών σημειωμάτων ή πάγιας εντολής). Με τον λογαριασμό παρέχεται και μία χρεωστική κάρτα EC, με την οποία μπορεί κανείς να πραγματοποιεί και ηλεκτρονικές πληρωμές.
Εάν η υπόθεση πρέπει να εκδικαστεί γρήγορα, οι εργαζόμενοι και οι εργαζομενες μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους με την επείγουσα διαδικασία. Αυτό ισχύει μεταξύ άλλων και για την καταβολή των μισθών. Θα πρέπει μόνο να αποδείξουν πως εξαρτώνται άμεσα από τον μισθό.
ELSTAM είναι ένα ακρωνύμιο από τα αρχικά των λέξεων Elektronische LohnSTeuerAbzugsMerkmale (Ηλεκτρονικά χαρακτηριστικά παρακράτησης φόρου μισθωτών υπηρεσιών). Ο φόρος υπολογίζεται ηλεκτρονικά από την εφορία. Για τον σκοπό αυτό η εφορία χρειάζεται στοιχεία όπως π.χ. η φορολογική κλίμακα, τα ποσά που εκπίπτουν, την εκκλησία στην οποία είναι κάποιος μέλος. Αυτά είναι τα δεδομένα ELSTAM. Αυτά τα στοιχεία αναγράφονται σε κάθε εκκαθαριστικό σημείωμα μισθοδοσίας. Μπορεί να τα δει κανείς και στο διαδίκτυο, εφόσον πρώτα εγγραφεί στο www.elster.de (εφορία οnline).
Ο εργοδότης έχει μια υποχρέωση αρωγής έναντι των εργαζομένων του: Φέρει ευθύνη για την υγεία και την προστασία των συμφερόντων των εργαζόμενων στην επιχείρησή του. Οφείλει, μεταξύ άλλων, να τους προστατεύει από πρακτικές εκφοβισμού (Mobbing) και να τους παρέχει σημαντικές πληροφορίες.
Εάν οι εργαζόμενοι προσέρχονται για εργασία, όμως ο εργοδότης τους λέει πως δεν έχει δουλειά για αυτούς, αυτό ονομάζεται (υπερημερία εργοδότη). Και όταν συμβαίνει αυτό, οι εργαζόμενοι πρέπει να πληρώνονται. Δεν οφείλουν να αναπληρώνουν αυτές τις ώρες. Ο μισθός που λαμβάνει κανείς για αυτό τον χρόνο ονομάζεται Εγγυημένος μισθός ή μισθός υπερημερίας.
Εάν οι εργοδότες δεν καταβάλουν τον μισθό, οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες μπορούν να τον διεκδικήσουν. Ο νόμος αναφέρει ότι ακόμα και στην περίπτωση χρήσης εταιρειών υπεργολάβων, ο γενικός ανάδοχος οφείλει να διασφαλίζει την καταβολή του μισθού, τουλάχιστον του κατώτατου μισθού.
Σε κάθε μέλος ενός συνδικάτου παρέχεται νομική υποστήριξη σε περίπτωση νομικών προβλημάτων για όλα τα θέματα του κοινωνικού και εργατικού δικαίου. Εάν κάποιος πρέπει να παραστεί στο δικαστήριο, ο δικηγόρος τους συνδικάτου εκπροσωπεί το μέλος. Δεν χρειάζεται να πληρώσει κανείς τίποτα για αυτό.
Αυτή είναι η αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης στο εργατοδικείο. Πριν την ακροαματική διαδικασία, η διαφορά μπορεί να επιλυθεί σε μια συνεδρία διαμεσολάβησης. Στη συνεδρία διαμεσολάβησης οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες και ο εργοδότης προσπαθούν να έρθουν σε συμφωνία. Εάν η διαφορά τερματιστεί στη συνεδρία διαμεσολάβησης θα πρέπει κανείς να κάνει συμβιβασμού και να παραιτηθεί εν μέρει από τα δικαιώματά του, αλλά έτσι εξοικονομεί χρόνο και χρήμα.
Εάν οι εργοδότες έχουν πολλά χρέη και αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς, είναι χρεοκοπημένοι. Σε αυτή την περίπτωση το Γραφείο Εργασίας θα καταβάλει, κατόπιν αιτήσεως στους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες μια αποζημίωση για την απώλεια μισθού – τη λεγόμενη εφάπαξ ενίσχυση λόγω πτώχευσης εργοδότη (Insolvenzgeld). Η εφάπαξ ενίσχυση λόγω πτώχευσης του εργοδότη καταβάλλεται για τους τρεις τελευταίους μήνες πριν την πτώχευση. Η εφάπαξ ενίσχυση λόγω πτώχευσης του εργοδότη καταβάλλεται και εάν η επιχείρηση του εργοδότη αναστείλει μόνιμα τη δραστηριότητά της.
Εάν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες δεν λαμβάνουν μισθό για μεγάλο διάστημα, έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν να εργαστούν. Ωστόσο, πρέπει να εξηγήσουν στον εργοδότη ότι δεν θα εργάζονται μόνο μέχρι να τους καταβληθούν οι δεδουλευμένες αποδοχές τους. Αυτό ονομάζεται επίσχεση εργασίας. Οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι θα πρέπει να πληρώνονται και για το διάστημα που διαρκεί η επίσχεση εργασίας, παρότι δεν προσέρχονται στη δουλειά.
Μία διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής είναι μία γρήγορη και απλή δικαστική διαδικασία, η οποία αποσκοπεί στην επιβολή της καταβολής του μισθού. Δεν λαμβάνει χώρα καμία προφορική διαδικασία. Η διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής ολοκληρώνεται με τη διαταγή εκτέλεσης. Μια διαταγή εκτέλεσης είναι σαν μία απόφαση.
Η υποχρέωση δήλωσης στην αρμόδια αρχή της διεύθυνση κατοικίας, προβλέπεται από τον νόμο. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να έχει μαζί του π.χ. τη σύμβαση μίσθωσης.
Είναι πιθανό ο εργοδότης να είναι αγνώστου διαμονής, δηλαδή να μην γνωρίζει κανείς πού μένει. Παρόλα αυτά οι επιστολές του δικαστηρίου πρέπει να του ή της αποσταλούν, προκειμένου να αποκτήσουν νομική ισχύ. Εάν δεν γνωρίζει κανείς τη νέα διεύθυνση και δεν μπορεί να την βρει, μπορεί να αναρτήσει την επιστολή στο κτίριο του δικαστηρίου. Αυτό υποκαθιστά την αποστολή μέσω ταχυδρομείου.
Εάν έχει κανείς λίγα χρήματα, μπορεί να λάβει ευεργέτημα πενίας. Αυτό σημαίνει πως το κράτος πληρώνει τον ή τη δικηγόρο. Για τη χορήγηση του ευεργετήματος πενίας πρέπει να υποβληθεί σχετική αίτηση. Η αίτηση υποβάλλεται στο εργατικό δικαστήριο. Το εργατικό δικαστήριο εξετάζει, εάν υπάρχει πιθανότητα να κερδίσει κανείς τη δίκη. Εάν ναι, τότε μπορεί κανείς υπό ορισμένες προϋποθέσεις να λάβει ευεργέτημα πενίας.
Πρόκειται για ένα γραφείο στο εργατοδικείο. Εάν κανείς δεν διαθέτει δικηγόρο, μπορεί να επιδείξει εκεί τη σύμβαση εργασίας και τη καταγγελία της και να εξηγήσει τις απαιτήσεις του έναντι του εργοδότη. Η ή ο υπάλληλος θα καταρτίσει μια γραπτή σύνοψη της υπόθεσης. Δεν μπορεί, όμως, να υπολογίσει, πόσα χρήματα πρέπει να λάβει κανείς και δεν επιτρέπεται να παρέχει νομικές συμβουλές. Το γραφείο κατάθεσης δικογράφων και οι ώρες λειτουργίας του αναφέρονται στον ιστότοπο του εκάστοτε εργατοδικείου. Η βοήθεια του γραφείου κατάθεσης δικογράφων παρέχεται δωρεάν.
Κάποιος δήλωσε έναρξη επαγγελματικής δραστηριότητας και θεωρείται επιχειρηματίας. Στην πραγματικότητα όμως είναι εργαζόμενος ή εργαζόμενη και όχι επιχείρηση. Αυτό σημαίνει ότι έχει ένα μόνο αφεντικό. Δεν διαφημίζεται και δεν αναζητεί πρόσθετες αναθέσεις. Ο εργοδότης καθορίζει τις ώρες εργασίας, παρέχει εργαλεία, πληρώνει ανά ώρα, ελέγχει τη δουλειά και λέει πώς πρέπει να γίνεται. Εάν ισχύει αυτό, τότε πρόκειται για ψευδοαυτοαπασχολούμενο.
Για μια σύμβαση χρειάζονται πάντα δύο πλευρές. Σε μια συλλογική σύμβαση η μία είναι ένα συνδικάτο και η άλλη ο σύνδεσμος εργοδοτών. Το κράτος δεν εμπλέκεται.
Η συλλογική σύμβαση βελτιώνει τις συνθήκες εργασίας. Στη συλλογική σύμβαση καθορίζεται, πόσα χρήματα θα λαμβάνουν ως αμοιβή οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι. Στη συλλογική σύμβαση καθορίζονται και άλλοι όροι εργασίας, όπως π.χ. ο χρόνος εργασίες οι μέρες αδείας ή το δώρο Χριστουγέννων. Επειδή οι τιμές ανεβαίνουν συνεχώς (πληθωρισμός), οι ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις υπόκεινται σε τακτικές διαπραγματεύσεις.
Εάν υπάρχει μια δικαστική απόφαση, ο εργοδότης πρέπει να κάνει ότι περιλαμβάνεται στην απόφαση, π.χ. να καταβάλει τον μισθό. Εάν ο εργοδότης δεν συμμορφωθεί οικειοθελώς, η απόφαση διαβιβάζεται σε έναν δικαστικό επιμελητή. Αυτός διενεργεί μία αναγκαστική εκτέλεση, δηλαδή αναζητεί χρήματα ή άλλα αντικείμενα αξίας στους χώρους του εργοδότη, με τα οποία θα εξοφληθούν οι οφειλές του τελευταίου.